Οποιαδήποτε συζήτηση για την Ισπανία πρέπει να ξεκινάει από δύο μεγέθη που συνιστούν σχεδόν πανευρωπαϊκά ρεκόρ: Το πρώτο αφορά στην ανεργία, που τον Φεβρουάριο ανήλθε στο 23,6%, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα η Eurostat. Με την ανεργία στο μέσο όρο των 27 κρατών μελών της ΕΕ να ανέρχεται στο 10,8% είναι εμφανές ότι η χώρα του Θερβάντες έχει ένα υπερδιπλάσιο ποσοστό ανεργίας από την υπόλοιπη Ευρώπη. Ένα επιπλέον στοιχείο που υπογραμμίζει το δράμα των ανέργων στην Ισπανία είναι ότι λιγοστεύουν με την πάροδο του χρόνου όσοι επωφελούνται των σχετικών επιδομάτων που τους επιτρέπουν να διαβιούν στοιχειωδώς αξιοπρεπώς. Σε ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας αναφερόταν πως τον Φεβρουάριο μόλις το 68% των εγγεγραμμένων άνεργων επιδοτούταν, όταν έναν χρόνο πριν λάβαινε το σχετικό επίδομα το 74% των καταχωρημένων ανέργων, οι οποίοι φυσικά είναι πολύ λιγότεροι του συνόλου. Το δεύτερο μέγεθος στο οποίο η Ισπανία ξεχωρίζει από τον μέσο όρο της υπόλοιπης ΕΕ είναι το δημόσιο χρέος που ανέρχεται στο 80% του ΑΕΠ της. Παρότι δεν είναι το μικρότερο, βρίσκεται χαμηλότερα από της Γερμανίας και πολλών άλλων χωρών που πρωταγωνιστούν στις πιέσεις για την επιβολή πολιτικών λιτότητας.
Σε άλλες εποχές το μικρό δημόσιο χρέος θα εκλαμβανόταν ως το πράσινο φως για τη δυνατότητα άσκησης επεκτατικών πολιτικών που θα έλυναν το πρόβλημα της ανεργίας, το οποίο πλήττει σχεδόν 5 εκατ. εργαζόμενους και κάνει μαύρη τη ζωή τουλάχιστον σε άλλους τόσους. Γιατί να μην αυξήσει το ισπανικό δημόσιο τις κρατικές δαπάνες, ακόμη και με δανεισμό (εσωτερικό αν κρίνεται δαπανηρός ο εξωτερικός) τονώνοντας την απασχόληση σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, εξέλιξη που με βεβαιότητα θα αυξήσει μεσοπρόθεσμα έστω τα δημόσια έσοδα;
Νεκρανάσταση του Φράνκο
Αυτός ο προφανής συλλογισμός σήμερα είναι σχεδόν απαγορευμένος. Στη θέση του μάλιστα προκρίνονται οι ακριβώς αντίθετες πολιτικές που οδηγούν το πρόβλημα σε παροξυσμό, όπως τα μέτρα που ανακοίνωσε πρόσφατα ο δεξιός πρωθυπουργός της Ισπανίας, Μαριάνο Ραχόι. Από την εφαρμογή τους η κυβέρνηση αναμένει να εξοικονομήσει 27,3 δις. ευρώ για το τρέχον έτος και κυρίως περιλαμβάνουν οριζόντιες περικοπές στις δαπάνες των υπουργείων ύψους 17% κατά μέσο όρο και αυξήσεις φόρων. Πρόκειται για τον πιο σκληρό προϋπολογισμό από την εποχή του δικτάτορα στρατηγού Φράνκο όπως γράφτηκε πολύ εύστοχα στην στήλη Lex των Financial Times, ενώ από το ψαλίδι δεν γλίτωσαν ούτε τα κονδύλια έρευνας και ανάπτυξης «ατμομηχανές της ανάκαμψης», με βάση την βρετανική εφημερίδα, καθιστώντας έτσι αβέβαιη την προοπτική φυγής από τον βάλτο της ύφεσης. Να σημειωθεί πως φέτος η οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 1,7%… Οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης για έκτακτα μέτρα λιτότητας προκάλεσαν την αντίδραση των εργατικών συνδικάτων στις 29 Μαρτίου. Η πανεθνική απεργία που οργάνωσαν εκείνη την ημέρα οι δύο μεγαλύτερες εργατικές συνομοσπονδίες και στήριξε επίσης το Σοσιαλιστικό Κόμμα (που ήταν στην εξουσία μέχρι τον Δεκέμβριο) χαρακτηρίστηκε η μεγαλύτερη των τελευταίων ετών και σίγουρα ξεχώρισε για την μαχητικότητά της.
Τα μέτρα λιτότητας δεν απορρίφθηκαν όμως μόνο από τους Ισπανούς, καθώς αυτοί θα πληρώσουν τον λογαριασμό, αλλά απορρίφθηκαν επίσης κι απ’ αυτούς για χάρη των οποίων, υποτίθεται, εφαρμόστηκαν: τις αγορές! Σε δημοπρασία ομολόγων που έγινε την προηγούμενη εβδομάδα, την Τετάρτη 4 Απριλίου, το ισπανικό δημόσιο αναγκάστηκε να δανειστεί ποσό ύψους 2,6 δισ. ευρώ για να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες του έναντι επιτοκίου ύψους 5,7%. Το ποσοστό αυτό είναι κατά μία μονάδα υψηλότερο σε σχέση με το επιτόκιο που δανείστηκε τον Ιανουάριο. Πρόκειται για επίπεδο επιτοκίου που είναι απαράδεκτο, δεν δικαιολογείται από τα θεμελιώδη μεγέθη των ισπανικών δημόσιων οικονομικών (δημόσιο χρέος 80% και έλλειμμα που μετά τα μέτρα λιτότητας θα φτάσει το 5,3%) και μπορεί να χαρακτηριστεί εκβιαστικό από την μεριά των τραπεζών οι οποίες εκμεταλλεύονται στο έπακρο το κλίμα πιέσεων για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Αυτή η αισχροκέρδεια σε βάρος των φορολογουμένων και των κρατών, ουδέποτε θα μπορούσε να υλοποιηθεί αν δεν βοηθούσε η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ο θεματοφύλακας του ευρώ δημιούργησε μέχρι και την τελευταία της λεπτομέρεια την αναγκαία υποδομή ώστε τα κράτη να καταβάλλουν στις τράπεζες έναν διαρκώς αυξανόμενο φόρο αίματος. «Οι τράπεζες αγόρασαν τα ομόλογα λόγω κυρίως μιας πλημμυρίδας φθηνού χρήματος, με τριετή διάρκεια, που μοίρασε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο τέλος του 2011 και ξανά τον Φεβρουάριο» έγραφε η Wall Street Journal το Σαββατοκύριακο. Και συνέχιζε: «Τον Φεβρουάριο οι ισπανικές τράπεζες διατηρούσαν 142 δισ. ευρώ ή το 25% του δημόσιου χρέους σύμφωνα με στοιχεία του ισπανικού υπουργείου Οικονομικών. Αυτό το ποσό υπερβαίνει τα 119 δισ. ευρώ που ήταν τα ομόλογά τους τον Ιανουάριο και τα 94 δισ. ευρώ που ήταν τον Δεκέμβριο. Στα μέσα δε της δεκαετίας του 2000 τα ομόλογα των ισπανικών τραπεζών ανέρχονταν περίπου στο 6% του συνόλου».
Παιχνίδι των τραπεζών
Πρακτικά λοιπόν τι συνέβη; Όσο αυξανόταν ο χαμηλότοκος δανεισμός της ΕΚΤ προς τις τράπεζες τόσο αυξάνονταν οι δανειοδοτήσεις τους προς τα κράτη. Αντί μάλιστα αυτές οι ισπανικές (με βάση την έδρα τους) τράπεζες να αξιοποιούν τα μέσα που τους παρέχει η ΕΚΤ και την επαυξημένη παρουσία τους στις δημοπρασίες ομολόγων για να πιέζουν τα επιτόκια δανεισμού προς τα κάτω, προς όφελος των κρατών, της σταθερότητας και των φορολογουμένων, τόσο πιο αδίστακτα και ανήθικα εκβίαζαν τα κράτη αποσπώντας μεγαλύτερο επιτόκιο! Έτσι όμως είναι εμφανές ότι στο βωμό του εφήμερου κέρδους οι τράπεζες με συνεργό την ΕΚΤ αλλά και τις κυβερνήσεις που ανέχονται και συγκαλύπτουν αυτό το παιχνίδι (αποκρύπτοντας για παράδειγμα ποιοι είναι αυτοί που κάθε φορά βάζουν το μαχαίρι στο λαιμό των κρατών) δυναμιτίζουν τα δημόσια οικονομικά των κρατών και τους δικούς τους ισολογισμούς. Δεν χρειάζονται μαντικές ικανότητες για να καταλάβει κανείς ότι αν συνεχισθεί αυτή η πορεία αύξησης των επιτοκίων τότε η Ισπανία θα ακολουθήσει τον ακανθώδη δρόμο που ακολούθησαν Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία: Ένταξη στον κατ’ ευφημισμό αποκαλούμενο μηχανισμό διάσωσης, αλλεπάλληλα Μνημόνια κι από κει πέρα βύθιση σε μια αυτοτροφοδοτούμενη παγίδα ύφεσης, χωρίς κανείς να αποκλείει στο τέλος του δρόμου κι ένα κούρεμα των ισπανικών ομολόγων που θα οδηγήσει στην κατάρρευση των τραπεζών ή την εξαγορά τους από γερμανικές και αμερικανικές.
Επιπλέον, γίνεται εμφανές ότι η αιτία των όλο και πιο επώδυνων όρων δανεισμού της Ισπανίας δεν είναι η πολιτική δημοσιονομικής χαλάρωσης που ακολουθεί όπως θέλει η κυρίαρχη ερμηνεία για να μπορεί με αυτό τον τρόπο να ζητάει επιπλέον μέτρα λιτότητας. Οι αιτίες βρίσκονται στον μηχανισμό διοχέτευσης ρευστότητας που έχει στήσει η ΕΚΤ με τελικό αποδέκτη τις τράπεζες κι απ’ τον οποίο αποκλείονται τα κράτη. Κι είναι ένα σχέδιο που αποδεικνύεται δαπανηρό και ατελέσφορο, πολύτιμο ωστόσο για την κατεδάφιση των κοινωνικών δικαιωμάτων και του κράτους πρόνοιας.
__________________________________________________________
Shortlink: http://wp.me/p1eFQy-1bB