Την Παρασκευή συμπληρώθηκαν δύο τετραετίες από την δική μας τελετή έναρξης. Σε μια κανονική Ελλάδα θα ήταν θητεία δύο Πρωθυπουργών, στην Ελλάδα της ήττας είχαμε πέντε. Σε μια κανονική χώρα θα ήταν το εφαλτήριο να κατακτηθεί το μέλλον, στην Ελλάδα της παρακμής ήταν η αρχή του τέλους. Η δική μας τελετή έναρξης ήταν στην ουσία η επίσημη τελετή λήξης. Των ψευδαισθήσεων. Το βράδυ που έψαχναν τον Κεντέρη να σηκώσει τη σημαία άρχιζαν και οι πρώτες ρωγμές της αυταπάτης της ισχυρής, νικήτριας χώρας που ακουμπούσε στις δυνάμεις της για να συναγωνιστεί τις πρώτες του κόσμου. Τότε αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε ότι η δύναμη ήταν δοτή, πλαστή.
Δεν θα σταθώ στα μετάλλια-φενάκη της νικήτριας φυλής. Οι περισσότεροι από τους ολυμπιονίκες συνοδεύτηκαν από μια θλιβερή ιστορία, τότε ή λίγο αργότερα. Τις στιγμές του παραληρήματος που ανταμείφθηκαν με εξοργιστικά πριμ, προκλητικές κρατικές διαφημίσεις, προνόμια κομμουνιστικών χωρών, απονομή στρατιωτικών βαθμών, θέσεις σε ψηφοδέλτια, νομίζω ελάχιστοι πια αναπολούν. Όπως και τις αστείες ελληνοποιήσεις και τους ολυμπιονίκες του ενός αγώνα, λίγοι θυμόμαστε πια… Και επίσης πιστεύω ότι οι νίκες του μέλλοντος θα είναι πιο ταπεινές, όπως ήταν παλιά του Γαλακτόπουλου και του Χολίδη.
Δεν θα σταθώ στη χλιδή και την σπατάλη της τετραετίας 2000-2004. Πολυτελείς και περιττές αθλητικές εγκαταστάσεις που κανείς δεν έχει υπολογίσει πόσο κόστισαν και κανείς δεν προνόησε για την μεταολυμπιακή αξιοποίησή τους, τώρα ή ρημάζουν ή ψάχνουν αγοραστή. Απίστευτα ποσά που μοιράστηκαν αλόγιστα σε διαφημιστές, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους, φανερούς και κρυφούς παρατρεχάμενους -για πολλούς ο ολυμπισμός είχε γίνει χρυσοφόρο επάγγελμα. Αν κάποιος υπεύθυνα έκανε ποτέ την αποτίμηση του συνολικού κόστους, αν υπολόγιζε σε πόσες κομμένες συντάξεις και δόσεις του δανείου αντιστοιχεί , ίσως όλοι παραδεχόμασταν ότι εξ αρχής επρόκειτο για ένα μεγάλο λάθος.
Όλα αυτά έχουν ξαναειπωθεί. Εκεί που περισσότερο θέλω εγώ να σταθώ είναι στην εικόνα που έχουμε, που κατασκευάζουμε, για τους εαυτούς μας. Συμβαίνει επικαιρικά με διάφορες ευκαιρίες, συνέβη και τότε. Πιστέψαμε στα σοβαρά ότι ήμασταν οι άψογοι οικοδεσπότες, οι εγκάρδιοι κάτοικοι της χώρας του Ξένιου Δία, οι ενθουσιώδεις και αλληλέγγυοι εθελοντές, οι ανιδιοτελείς, συγκινητικοί ξενιστές. Τόσα σεντόνια γράφτηκαν τις μέρες εκείνες για αυτά τα συλλογικά χαρακτηριστικά που αποδώσαμε στους εαυτούς μας που στο τέλος το πιστέψαμε και οι ίδιοι. Για το υπέροχο κίνημα του εθελοντισμού που ανεφύη αυθόρμητο και ορμητικό, που μας γέμιζε ελπίδες για την ισχυροποίηση της συνοχής της κοινωνίας μας του μέλλοντος.
Τώρα που αυτοί που χρειάζονται τη βοήθειά μας δεν είναι τουρίστες με γεμάτα πορτοφόλια αλλά ανέστιοι, πεινασμένοι, απελπισμένοι συμπολίτες μας, πού είναι ο αλτρουισμός, ο εθελοντισμός, η αλληλεγγύη; Που χάθηκαν τα χαρούμενα γελαστά παιδιά με την πολύχρωμη στολή του εθελοντή, τώρα που η εκκλησία κλείνει τα συσσίτιά της επειδή το προσωπικό παίρνει την καλοκαιρινή του άδεια; Τώρα που οι ξένοι στους δρόμους της πόλης μιλούν Πακιστανικά και Αφγανικά πού έχει πάει η μεγαλοκαρδία του φιλόξενου οικοδεσπότη; Τώρα που οι Ολυμπιακές λωρίδες είναι μόνο ανεξίτηλοι κύκλοι στο οδόστρωμα, πού πήγε ακόμα και η ευγένεια των οδηγών της Πρωτεύουσας;
Δεν φταίμε εμείς για κάτι, όλα αυτά είναι κοινότοπα και ανθρώπινα. Απλώς δεν είναι ανάγκη να φτιάχνουμε για τους εαυτούς μας ρηχά παραμύθια εντυπώσεων που αναπότρεπτα θα διαψεύδει η ζωή. Γιατί η αλήθεια είναι πολύ απλούστερη και αμείλικτη. Στην χαρά είμαστε όλοι καλοί. Στα ζόρια φαίνεται το μεγαλείο του καθενός.
___________________________________________________________
Shortlink: http://wp.me/p1eFQy-1H6