Να μη σβήσει ο διάλογος…

Μπαίνοντας, χθες, σε ένα από τα λιγοστά μπαρ που διαθέτει τηλεόραση στο Κιγκάλι, στη Ρουάντα, είδα την «κατακαημένη πατρίδα άτυχη από ανθρώπους» να φιγουράρει και πάλι στα δελτία ειδήσεων: «Greece explels Olympic athlete over racist tweets«.

Ομολογώ ότι δεν έχω παρακολουθήσει αρκετά το θέμα και η πρόσβασή μου σε πληροφορίες είναι περιορισμένη λόγω της πολύ κακής σύνδεσής μου στο Διαδίκτυο.

Διάβασα, όμως, σήμερα το πρωί το tweet της αθλήτριας. Διαβάζω, επίσης, ότι η αθλήτρια έχει στηρίξει στο παρελθόν θέσεις της Χρυσής Αυγής. Λυπάμαι. Λυπάμαι κυρίως για την έλλειψη παιδείας στον τόπο μας που καθιστά ορισμένους συμπολίτες μας πιο ευάλωτους απέναντι στη ρατσιστική προπαγάνδα.

Η αύξηση των φαινομένων ρατσιστικής βίας -αλλά και οποιασδήποτε μορφής βίας- στην Ελλάδα αποτελεί, εδώ και καιρό, τη μεγαλύτερή μου αγωνία. Κοιμάμαι και ξυπνώ με αυτή τη σκέψη. Η διαχείριση της ετερότητας συνδέεται, άλλωστε, με το αντικείμενο της διδακτορικής μου διατριβής (ειρηνευτική δημοσιογραφία) και της δουλειάς μου, ενώ η μελέτη της εξέλιξης της βίας είναι που με φέρνει σε αυτή τη βασανισμένη γωνιά της αφρικανικής ηπείρου.

Με αφορμή το περιστατικό με την αθλήτρια, ωστόσο, σκέφτομαι τον τρόπο με τον οποίο συχνά αντιμετωπίζουμε τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής αλλά και όλους αυτούς που “φλερτάρουν” με τον ακροδεξιό χώρο και το λόγο μίσους, σπρώχνοντάς τους, κατά την άποψή μου, ακόμη περισσότερο στο περιθώριο και επιτυγχάνοντας συχνά τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από τα επιθυμητά (αν υποθέσουμε ότι επιθυμητό αποτέλεσμα είναι η εξάλειψη αυτών των φαινομένων).

Διαβάζω τις απόψεις γνωστών και φίλων στα socialmedia, οι οποίοι προτρέπουν “να αποκλείσουμε, να μειώσουμε, να υποτιμήσουμε, να εξευτελίσουμε” τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής. Τρομάζω. Συρρικνώνομαι. Η Χρυσή Αυγή συγκεντρώνει σήμερα 7%, οι δεξαμενές, όμως, από τις οποίες μπορεί να αντλήσει οπαδούς είναι μεγάλες. Και δεν καταλαβαίνω τι θα πετύχω αν τους αποκλείσω, μειώσω, εξευτελίσω. Θα προβληματιστούν; Αμφιβάλλω.

Αυτός είναι ο εύκολος δρόμος που επιλέγουμε.

Διότι θέλει πολλή δουλειά, υπομονή, καθημερινό αγώνα και διαρκή προσπάθεια προκειμένου να προσεγγίσεις (αντί να καταδικάσεις απλώς) ανθρώπους που εκφράζουν τέτοιου είδους απόψεις, να μελετήσεις το υπόβαθρό τους, να αναπτύξεις διάλογο και να επηρεάσεις εντέλει τη συμπεριφορά τους. Η στάση που περιγράφω εδώ δεν αποτελεί ανοχή στη ρατσιστική βία αλλά, κατά την άποψή μου, το μοναδικό αποτελεσματικό όπλο απέναντι σε τέτοια φαινόμενα. Δεν μπορεί, βεβαίως, να αντικαταστήσει την ανάγκη για τη συγκρότηση ενός συντεταγμένου (ανύπαρκτου στην περίπτωση της Ελλάδας) σχεδίου της Πολιτείας για την αντιμετώπιση της βίας ούτε απαλλάσσει τα μέσα ενημέρωσης από την υποχρέωση υπεύθυνης μετάδοσης περιστατικών βίας. Ο καθένας από εμάς, ωστόσο, από το πόστο του, οφείλει να συνδράμει ώστε να μη σβήσει ο διάλογος, το οξυγόνο της κοινωνίας μας.

Μπορεί, λοιπόν, να συμφωνώ με αυτό που υποθέτω ότι θεωρούν ως ζητούμενο όσοι καταδικάζουν τη ρατσιστική βία (την εξάλειψη αυτών των φαινομένων), διαφωνώ, όμως, κάθετα με τον άκρως επικίνδυνο, κατά την άποψή μου, τρόπο με τον οποίο ορισμένοι προτείνουν να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο. Ίσως επειδή έχω μελετήσει αρκετά το πώς αποκτούν δύναμη ομάδες σαν τη Χρυσή Αυγή και αισθάνομαι ή, μάλλον, επιτρέψτε μου, στο σημείο αυτό, να πω, γνωρίζω ότι αυτές οι ακραίες θέσεις οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην ενδυνάμωση της ακροδεξιάς που απειλεί πλέον ανοιχτά την ελληνική κοινωνία.

από την Νάγια Καλφέλη

__________________________________________________________

Shortlink: http://wp.me/p1eFQy-1Gf

This entry was posted in Fascism, Racism, Society and tagged , , , , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s